ῥωβίδας

ῥωβίδας
ῥωβίδας
Grammatical information: m.
Meaning: name of seven-year-old Spartans (Λέξεις `Ηροδότου).
Origin: XX [etym. unknown]
Etymology: Formation after the patronymica in -ίδας (Schwyzer 509); further uneplained. After Baunack Phil. 70, 367 to be changed into βωβίδας (= βωϜίδας), from βῶς = βοῦς; not convincing.
Page in Frisk: 2,667

Greek-English etymological dictionary (Ελληνικά-Αγγλικά ετυμολογική λεξικό). . 2010.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • ρωβίδας — α, ὁ, Α (στη Σπάρτη) νήπιο κάτω τού ενός έτους. [ΕΤΥΜΟΛ. Αβέβαιης ετυμολ. Κατά μία άποψη, η ορθή μορφή τής λ. είναι *βωβίδας < *βωF ίδας < βῶς (πρβλ. βοῦς) + πατρωνυμική κατάλ. ίδας / ίδης*] …   Dictionary of Greek

  • Σπάρτη — I Μυθικό πρόσωπο επώνυμη ηρωίδα της Σπάρτης κόρη του Ευρώτα και της Κλήτας και σύζυγος του Λακεδαίμονα. Ήταν μητέρα του Αμύκλα, της Ευρυδίκης, του Ίμερου και της Ασίνης. II Πόλη (14.084 κάτ.) της νότιας Πελοποννήσου, πρωτεύουσα του νομού Λακωνίας …   Dictionary of Greek

  • σπάρτη — I Μυθικό πρόσωπο επώνυμη ηρωίδα της Σπάρτης κόρη του Ευρώτα και της Κλήτας και σύζυγος του Λακεδαίμονα. Ήταν μητέρα του Αμύκλα, της Ευρυδίκης, του Ίμερου και της Ασίνης. II Πόλη (14.084 κάτ.) της νότιας Πελοποννήσου, πρωτεύουσα του νομού Λακωνίας …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”